Οι μάγισσες της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας

Η έννοια της μαγείας στην αρχαία Ελλάδα
Η μαγεία χαρακτηρίζεται ως μια τεχνική που βασίζεται στη πίστη ότι υπάρχουν δυνάμεις στην ανθρώπινη ψυχή και στο σύμπαν έξω από εμάς. Η τεχνική αυτή αποβλέπει στο να επιβάλει την ανθρώπινη θέληση στη φύση ή τα ανθρώπινα όντα, χρησιμοποιώντας δυνάμεις πέραν των αισθήσεων
Σε τελευταία ανάλυση ίσως είναι μια πίστη στις απεριόριστες δυνάμεις της ψυχής.



Όλοι οι μελετητές συμφωνούν στην ετυμολογία της ελληνικής λέξης μαγεία και αποδίδουν την ρίζα της στην παλαιοπερσική λέξη makus, ονομασία που χαρακτήριζε ένα μέλος μίας αρχαίας μηδικής φυλής ή κάστας. Γύρω στο 480 π.Χ, ο Ηρόδοτος κάνει την πρώτη αναφορά σε αυτό το γένος, τους παρουσιάζει ειδικούς σε θρησκευτικά θέματα με υπεράνθρωπες δυνάμεις, ικανούς να εξευμενίζουν τους θυελλώδεις ανέμους με επωδές και γητέματα (καταείδοντες) και γνώστες ισχυρών φαρμάκων (φαρμακεύσαντες). Ο όρος μαγεία στην ελληνική γραμματεία, εμφανίζεται τον 5οαιώνα στο <<Ελένης εγκώμιον >> του Γοργία. Η ύπαρξη επαγγελματιών μάγων μαρτυρείται ήδη από τον ύστερο 6ο αιώνα σε κείμενα του Ηράκλειτου (500 π.Χ),ενώ η χρήση μαγικών πρακτικών επιβεβαιώνεται από άφθονα αρχαιολογικά ευρήματα από τον 5ο αιώνα π.Χ και ύστερα.

Εντούτοις, η μαγεία στον ελλαδικό χώρο δεν είναι ένα δημιούργημα που υιοθετήθηκε από την Ανατολή, αντιθέτως είναι ένα φαινόμενο που δεν έλειψε από καμία εποχή του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Η αρχή της κοσμικής συμπάθειας που χαρακτηρίζει τη μαγεία, δηλαδή η σύνδεση όλων των δημιουργημάτων της φύσης, συναντάται και στην προ-ιπποκρατική ιατρική. Για παράδειγμα, ένα φυτό που θύμιζε το σχήμα του ήπατος, ήταν ιδανικό για την θεραπεία παθήσεων στο ήπαρ. Μαγικές πρακτικές εντοπίζονται και στα κείμενα του Ομήρου, με τη μορφή των μαγικών επωδών, των φαρμάκων και της ύπαρξης νεκυοδαιμόνων. Επομένως, οι καταβολές της μαγείας πρέπει να αναζητηθούν όχι στα ιστορικά χρόνια, αλλά ακόμα παλαιότερα.
Σύμφωνα με τον Marrett, μαγεία και θρησκεία έχουν κοινές ρίζες. Η λατρεία της Θεάς Γης που κυριάρχησε στα προϊστορικά χρόνια, έχει κοινά χαρακτηριστικά με τις πρακτικές της μαγείας που αναπτύχθηκαν αργότερα, λ.χ. ρίζες, βότανα, μανιτάρια. Όλα αυτά είναι δώρα της Γης που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στις μαγικές συνταγές των μετέπειτα χρόνων. Απόδειξη του παραπάνω ισχυρισμού είναι ότι στις θυσίες στο πλαίσιο τελετών μαγείας είναι η απαγόρευση της χρήσης σιδερένιων μαχαιριών. Το γεγονός αυτό πιθανόν να υποδηλώνει τη γέννηση αυτής της παράδοσης κατά την εποχή του λίθου ή του χαλκού.
Ένας βασικός παράγοντας της διαμόρφωσης του φαινομένου της μαγείας είναι η σύγκρουση του παλαιού με το νέο κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, όταν στον ελλαδικό χώρο ήρθαν τα ελληνικά φύλα, η θρησκεία επαναδιαμορφώθηκε. Νέα στοιχεία προστέθηκαν, ενώ πολλά από τα παλαιά στοιχεία που απορρίφθηκαν είναι πιθανό να επιβίωσαν στον κόσμο της μαγείας. Η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε και στην επαφή με ξένους πολιτισμούς. Πρακτικές ξένων θρησκειών, που διέφεραν σημαντικά από την ελληνική λατρευτική τελετουργία, είναι δυνατό να περιθωριοποιήθηκαν από τους Έλληνες, όντας ακατανόητες για αυτούς. Η μαγεία,λοιπόν, δεν είναι μία στατική έννοια στην ελληνική αρχαιότητα, εξελίσσεται στα πλαίσια της κοινωνίας όπως και η θρησκεία.


Η μαγεία στην αρχαία Ελληνική κοινωνία


 Θρησκεία και Μαγεία: Σύνδεση και ΔιαφοροποίησηΣε μια πολυθεϊστική κοινωνία, όπως η ελληνική, που διακατέχεται από τη δεισιδαιμονία και τον ανιμισμό, με έντονο το θεοκρατικό στοιχείο σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, είναι δύσκολο να διακρίνουμε τα όρια της μαγείας και της θρησκείας. Στα ομηρικά έπη η Αφροδίτη δίνει στην Ήρα ένα μαγεμένο ύφασμα για να προκαλέσει στον Δία ερωτικό πόθο. Ο Nilson διακρίνει ίχνη μαγικών στοιχείων στην αρχαία ελληνική μυθολογία, εν αντιθέσει με άλλους μύθους σύγχρονων ξένων πολιτισμών. Τα ίχνη αυτά ,όμως, επιτρέπουν τον συλλογισμό ότι υπάρχει όντως μία μορφή σύνδεσης ή συμβίωσης ανάμεσα στην θρησκεία και στην μαγεία, η οποία επιβεβαιώνεται κι από την θρησκευτική χροιά που διέπει τα μαγικά κείμενα.
Η διαφορά των δύο παραπάνω εννοιών έγκειται στα κίνητρα, στα μέσα δράσης και τους στόχους, και αυτή η ειδοποιός διαφορά οδηγεί στην σταδιακή περιθωριοποίηση της μαγείας στην ελληνική κοινωνία και στην αρνητική σημασία που της αποδίδεται τελικά τον 5ο αιώνα, η οποία κυριαρχεί στην συνέχεια του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Η θρησκεία προς το τέλος του 6ου αιώνα και ιδίως στους κλασσικούς χρόνους αναδιαμορφώνεται μέσα από το πρίσμα των φιλοσοφικών αντιλήψεων. Ξεφεύγει από τον ανθρωπομορφισμό του Ομήρου, οι θεοί των Ελλήνων δεν είναι πλέον όμοιοι με τους ανθρώπους, δεν τους διακρίνει μόνο η αθανασία και η αιώνια νεότητα. Αντιλήψεις περί ηθικής εισάγονται στην ελληνική θρησκεία και το Θείο αποκτά έναν πιο υπερβατικό ρόλο, τα όρια του ανθρώπινου και θεϊκού κόσμου γίνονται πιο σαφή και η σωστή σχέση των δύο αυτών κόσμων εξασφαλίζει την ευημερία του συνόλου. Σε αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο η μαγεία ορίζεται αντιθετικά από την επίσημη θρησκεία της πόλης.
Σε αντίθεση με τον πιστό που προσπαθεί να εξασφαλίσει τη θεϊκή βοήθεια υπακούοντας στο θέλημα του θεού, ο μάγος διαθέτοντας μυστική γνώση, εξαναγκάζει αυτή τη βοήθεια και προσπαθεί να εξισωθεί με το θείο, όπως και οι μυστηριακές λατρείες . Ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να επέμβει στη σφαίρα του υπερφυσικού κόσμου. Όμως, μέσω της μαγείας ο θνητός διεκδικεί αυτήν την ιδιότητα, οικειοποιείται θεϊκές δυνάμεις, ανατρέποντας την τάξη του κόσμου θεών και ανθρώπων.
Η μαγεία ,λοιπόν,είναι μία αντικοινωνική συμπεριφορά, θεωρείται ηθικά επιλήψιμη τόσο απέναντι στους ανθρώπους όσο και στους θεούς. Εξαλείφει την ελεύθερη βούληση των θεών, θέτοντας την πόλη σε κίνδυνο, αφού η απαραίτητη θεϊκή εύνοια τίθεται εν αμφιβόλω. Γίνεται επιθετική και βλαπτική απέναντι στους πολίτες, εξυπηρετώντας ατομικιστικούς σκοπούς και διαταράσσει την συνοχή και την ευημερία της πόλης που εξασφαλίζει η θρησκεία.


Η Μαγεία Στο Μύθο και Στον Λόγο

Τα παραδείγματα της Κίρκης και της Μήδειας, των δύο πλέον χαρακτηριστικών μαγισσών, είναι χρήσιμα προκειμένου να διερευνήσουμε το φαινόμενο της μαγείας στην Αρχαία Ελλάδα. Το παράδειγμα της Σιμαίθας, της ποιητικής μάγισσας του Θεόκριτου ολοκληρώνει αυτή την διερεύνηση, καθώς παρουσιάζει την εικόνα της γυναίκας-μάγισσας στην ελληνιστική εποχή.


Κίρκη-το αρχέτυπο της μάγισσας 

Η πρώτη αναφορά σε μαγικές πρακτικές εντοπίζεται στα έργα στου Ομήρου. Η Κίρκη εμφανίζεται ως η πρώτη μάγισσα του αρχαίου ελληνικού κόσμου και η ανάλυση του προσώπου της μέσα από το λόγο του Ομήρου θα οδηγήσει σε μία καλύτερη προσέγγιση του φαινομένου της μαγείας στην ελληνική κοινωνία, αφού αποτελεί το αρχέτυπο της μάγισσας των επόμενων αιώνων που θα κυριαρχήσει στη φαντασία των Ελλήνων.
Η Κίρκη της Οδύσσειας αναφέρεται ως <<θεά>> ,είναι κόρη του Ήλιου, ενός θεού της αρχαίας μυθολογίας που δεν ανήκει στο δωδεκάθεο του Ολύμπου. Αποκαλείται Λαγγύστις, δηλαδή είναι ξένη. Παρουσιάζεται ως μία γυναίκα, η οποία αν και έχει θεϊκή καταγωγή, ζει απομονωμένη σε ένα νησί, το οποίο κατοικείται από άγρια ζώα. Η συμπεριφορά των λιονταριών και των λύκων, που αναφέρονται από τον Όμηρο, είναι αφύσικη. Τα άγρια ζώα εκδηλώνονται υποτακτικά απέναντι στην κυρά τους, σηκώνονται στα πισινά τους πόδια για να δεχτούν το άγγιγμά της. Επομένως, είναι μία γυναίκα που ζει στο περιθώριο, έξω από τους νόμους της κοινωνίας,ικανή να υποτάσσει ακόμη και τις άγριες δυνάμεις της φύσης.
Όταν εμφανίζονται οι σύντροφοι του Οδυσσέα, δημιουργεί μία ψευδαίσθηση. Το σαγηνευτικό της τραγούδι αποπνέει ερωτισμό σε αυτούς τους άνδρες, ένα ψεύτικο βάλσαμο σε όλες τις κακουχίες που πέρασαν. Σε πρώιμες αρχαϊκές απεικονίσεις, η Κίρκη παρουσιάζεται γυμνή ,με έκδηλη την σεξουαλικότητα της, να υποδέχεται τους συντρόφους του Οδυσσέα .
Η αντικοινωνική της συμπεριφορά εκδηλώνεται όταν καταπατά την αρχή της φιλοξενίας που ορίζει ο Ξένιος Δίας. Προσφέρει στους συντρόφους του Οδυσσέα ένα μείγμα από τυρί, κριθάρι και κρασί από την Πράμνη, αντί της τροφή που ορίζει η παράδοση, δηλαδή κρέας και κρασί. Σύμφωνα με την μελέτη της Ν. Μαρινάτου, το μείγμα αυτό ταιριάζει καλύτερα σε νεκρούς παρά σε ζωντανούς. Προσφέροντας ένα ποτό που θυμίζει χοές, παραδίδει τους άνδρες του Οδυσσέα στον Άδη. Στη συνέχεια, προσθέτει στο φαγητό υγρά φάρμακα, δηλητηριώδεις φυτικές ουσίες, και μέλι για να εξαλείψει την πικρή γεύση των φαρμάκων. Η επιθετική της συμπεριφορά κορυφώνεται όταν τους χτυπά με το ραβδί της και μεταμορφώνονται σε γουρούνια. Ο Όμηρος περιγράφει ξεκάθαρα μια συνολική μαγική διαδικασία και η ‘’θεά’’ Κίρκη μετατρέπεται, πλέον, σε μία πανίσχυρη κακιά μάγισσα.
Αυτή η μάγισσα, που αποπλανεί και εξοντώνει τους άνδρες με τα μάγια της, στο ομηρικό έπος υποτάσσεται, τελικά, στην ισχύ του αρσενικού. Ο Οδυσσέας χρησιμοποιώντας το μώλυ, (από το ρήμα μολύω, δηλαδή, αφανίζω) αντίδοτο στα φάρμακα της Κίρκης που έλαβε με τη θεϊκή βοήθεια του Ερμή κατορθώνει να απογυμνώσει την μάγισσα από τα όπλα της. Σε αυτό το σημείο του μύθου παρουσιάζεται μία σύγκρουση της θεάς και του θεού, όπου ο Ερμής ως ανώτερος θεός του Δωδεκάθεου εξοντώνει τις δυνάμεις της Κίρκης. Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας με την απειλή του σπαθιού μετατρέπει την μάγισσα σε ερωτική σύντροφο και αρωγό.

Μήδεια-η Μάγισσα της ελληνικής γραμματείας 


Στον αντίποδα της ομηρικής μάγισσας Κίρκης που εμπνέει το πάθος, είναι η Μήδεια, η οποία καταλήγει θύμα του ερωτικού πάθους. Η μάγισσα Μήδεια προέρχεται από την Κολχίδα, είναι και εκείνη ξένη ,έχει και αυτή θεϊκή καταγωγή. Στον Ευριπίδη παρουσιάζεται ως εγγονή του Ήλιου, ενώ άλλοι συγγραφείς αναφέρουν την συγγενική της σχέση με την Κίρκη και την Εκάτη, την θεά των μαγισσών. Η Μήδεια ξεκινά ως αρωγός του Ιάσονα, υποκινούμενη από τον έρωτα της για εκείνον. Δεν διστάζει να απαρνηθεί τους οικογενειακούς της δεσμούς, ακόμα και να εγκαταλείψει την πατρίδα της προκειμένου να βοηθήσει τον ερωτικό της σύντροφο με κάθε τρόπο. Προς όφελος του ήρωα της αργοναυτικής εκστρατείας, επιδίδεται στις πιο αποτρόπαιες πρακτικές μαγείας. Όταν ο Ιάσονας απαρνιέται τον έρωτα της για την Κορίνθια πριγκίπισσα Γλαύκη γίνεται εκδικητική, όντας έρμαιο των συναισθημάτων της, όπως φαίνεται στο έργο του Ευριπίδη:
«Πρόδωσα το γονιό μου και το σπίτι και πιότερο απ’ τον έρωτα σπρωγμένη παρά απ’ τη φρονιμάδα ήρθα μαζί σου στην Ιωλκό, στα μέρη εκεί του Πηλίου: και με τα ίδια χέρια των παιδιών του σκότωσα απαίσια τον Πελία κι όλο το σπιτικό του αφάνισα. Κι ενώ είδες,πανάθλιε, τόσα από με καλά, μ’ αρνιέσαι κι έσμιξες με καινούρια νύφη, ας έχεις
παιδιά:Το ξέρεις πως ορκοπάτης φάνηκες σε μένα
»
Με τα θανατηφόρα φάρμακα που γνωρίζει και επικαλούμενη την δύναμη της Εκάτης προξενεί κακό σε όλους όσους την έβλαψαν. Παρουσιάζεται ως μία γυναίκα χωρίς ηθικούς φραγμούς, θυσιάζει ακόμη και τα ίδια της τα παιδιά στο βωμό της εκδίκησηςΜήδεια στην αρχαία ελληνική γραμματεία παρουσιάζεται ως η πληγωμένη γυναίκα χωρίς σωφροσύνη που μετατρέπεται σε αδίστακτο εγκληματία, με τη βοήθεια των μαγικών της όπλων.


Σιμαίθα-Η θνητή μάγισσα των ελληνιστικών χρόνων


 Μία νέα γυναίκα χτυπημένη από τα βέλη του Έρωτα είναι η μάγισσα του Θεόκριτου, όπως την περιγράφει στο δεύτερο ειδύλλιο, Φαρμακεύτρια, τον 3ο αιώνα π.χ.O Θεόκριτος παρουσιάζει ποιητικά μία συνολική μαγική τελετουργία, όμως αναφέρει αρκετές ρεαλιστικές λεπτομέρειες. Πρωταγωνίστρια του τελετουργικού είναι η Σιμαίθα, θύμα του ερωτικού πάθους όπως και η Μήδεια,η οποία μαζί με την δούλη της Θέστυλις εκτελεί την ερωτική μαγική τελετή με στόχο την επιστροφή του εραστή της, Δέλφη ο οποίος την εγκατέλειψε. Η μάγισσα του Θεόκριτου δεν έχει θεϊκή καταγωγή, είναι μία κοινή γυναίκα που χρησιμοποιεί την μαγεία με κίνητρο τον παράφορο έρωτα της:
«καίγομαι η ταλαίπωρη για τον άνδρα πήρε φωτιά η καρδιά μου»
Πρότυπα της Σιμαίθας είναι η Κίρκη και η Μήδεια, ενώ κατά την μαγική τελετουργία επικαλείται την Εκάτη:
«Χαίρε, Εκάτη φοβερή, και μείνε μαζί μου ως το τέλος. Κάνε τούτα τα μάγια δυνατά σαν εκείνα της Κίρκης και της Μήδειας..».
Όπως και η Μήδεια, η νεαρή μάγισσα του 3ου αιώνα παρουσιάζει μία εκδικητική όψη του χαρακτήρα της, αν η προσπάθεια της αποτύχει και ο Δέλφης δεν επιστρέψει σε εκείνη:
«Τώρα θα τον δέσω εγώ με μάγια ερωτικά κι αν συνεχίσει να με στενοχωρεί, ορκίζομαι στις Μοίρες ότι την πόρτα του Άδη θα τον στείλω να χτυπήσει με τα κακά μου φάρμακα, που κρύβω σε εκείνο το κουτί»


 Η Μαγεία Στον Αληθινό Κόσμο


Οι δύο μάγισσες έχουν θεϊκή καταγωγή. Η ομηρική Κίρκη είναι θεά και η Μήδεια έχει συγγενική σχέση με τον κόσμο των θεών. Τα υπεράνθρωπα κατορθώματα τους είναι προϊόν της θεϊκής δύναμης. Ο Πίνδαρος αναφέρει ότι η Αφροδίτη δίδαξε προσωπικά στον Ιάσονα την ερωτική μαγεία και την χρήση της ίυγγος, το κατεξοχήν όργανο που χρησιμοποιείται στην ελληνική μαγεία. Με βάση τα προηγούμενα ο ισχυρισμός ότι η μαγεία, στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, θεωρούταν μία τέχνη που προερχόταν από τους θεούς είναι δυνατός.


Ο Πλάτωνας στο έργο του Πολιτεία τον επιβεβαιώνει:
«Αγύρτες και προφήτες έρχονται στην πόρτα των πλούσιων και τους πείθουν ότι με τη βοήθεια προσευχών και θυσιών έχουν λάβει τη δύναμη από τους θεούς να εξαλείψουν με γιορτές και αγώνες κάθε αδικία που έκαναν οι ίδιοι ή η προγονοί τους…».
Η αντίληψη ότι η τέχνη της μαγείας διδάσκεται από τους θεούς στους εκλεκτούς έχει την καταγωγή της πιθανότατα από την Αίγυπτο. Σε μία ύστερη πηγή των αυτοκρατορικών χρόνων, ο Λουκιανός αναφέρει:
«Ενόσω ταξιδεύαμε στον Νείλο προς νότο, βρισκόταν ανάμεσα μας και κάποιος από τη Μέμφιδα, ένας από εκείνους τους ιερούς γραφείς, τους εξαιρετικά πολυμαθείς σε οτιδήποτε μπορεί να διδάξει η Αίγυπτος. Μας διηγήθηκε ότι παρέμεινε είκοσι τρία χρόνια στα μυστικά υπόγεια άδυτα, όπου η Ίσις τον δίδαξε πώς να γίνει μάγος».
Η μύηση των μαθητευομένων στη μαγεία γίνεται μέσω μυστηριακών τελετών. Ο μαθητευόμενος με θυσίες και προσευχές κατορθώνει να επικοινωνήσει με το θείο. Η Λημνία Θεωρίς, η μάγισσα που αναφέρεται στο λόγο Κατά Αριστογείτωνος του Δημοσθένη χαρακτηρίζεται εκτός από φαρμακεύτρια, ιέρεια και μάντιν, πιθανότατα ήταν μυημένη σε κάποια μυστηριακή λατρεία 


Στους μαγικούς πάπυρους, βλέπουμε μια ξεκάθαρη ιδιωτική μυητική τελετή

«Φανέρωσε τον εαυτό σου με μαύρο κισσό, όταν μεσουρανεί ο ήλιος κατά την 5η ώρα. Ξάπλωσε με το βλέμμα σου στραμμένο προς τα πάνω γυμνός σε λινό πανί [το οποίο είχε πριν απλωθεί πάνω στη σκεπή του σπιτιού] και κάλυψε τα μάτια σου με μαύρη ταινία. Κάλυψε το σώμα σου σαν να ήσουν πτώμα και με τα μάτια κλειστά και το κεφάλι στραμμένο προς τον ήλιο άρχισε με τα ακόλουθα λόγια… Όταν θα έχεις πει αυτά τα λόγια τρεις φορές, αυτό θα είναι το σημάδι της ένωσης σου με τον θεό. Ένα θαλάσσιο γεράκι θα πετάξει κοντά σου και θα σε χτυπήσει με τις φτερούγες του στα γεννητικά σου όργανα για να σου δείξει ότι πρέπει να σηκωθείς».
Ένα άλλο συμπέρασμα που απορρέει είναι ότι η μαγεία είναι και οικογενειακή υπόθεση. Κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη, η Μήδεια και η Κίρκη φέρονται ως κόρες της Εκάτης. Υπάρχουν αναφορές για τελετουργίες, φόρμουλες, αλλά και ολόκληρα βιβλία, τα οποία υποστηρίζουν ότι πέρασαν από πατέρα σε γιό ή κόρη,από έναν μεγάλο μάγο σε κάποιον βασιλιά.


Η Μήδεια και η Κίρκη αναφέρονται ως ξένες. Ακόμα και η Εκάτη, η προστάτιδα όλων των μαγισσών προέρχεται από την Καρία. Η πλειονότητα των μάγων και των μαγισσών που αναφέρονται στις φιλολογικές μαρτυρίες είναι βάρβαροι, δηλαδή μη Έλληνες. Οι διάσημες μάγισσες της Θεσσαλίας χαρακτηρίζονται επίσης ως ξένες,γιατί η Θεσσαλία δεν εντασσόταν στον πολιτισμό.


Ο μύθος μας οδηγεί και σε ένα άλλο συμπέρασμα.


Στην αρχαία ελληνική κοινωνία, οι μάγοι και οι μάγισσες θεωρούνται περιθωριακές μορφές. Η Κίρκη ζει έξω από την ανθρώπινη κοινωνία. Η Μήδεια βρίσκεται επίσης στο περιθώριο της κοινωνίας. Ακόμα και η θεά που επικαλείται, η Εκάτη, είναι μία μη ολύμπια θεά και δεν ανήκει στην επίσημη θρησκεία.

Συνοψίζοντας, οι μάγισσες της αρχαίας ελληνικής γραμματείας αποκαλύπτουν την εικόνα και την θέση της μαγείας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Η μαγεία είναι μια Τέχνη θεϊκής προέλευσης, δύναμη υπεράνθρωπη και ακατάλληλη για την ανθρώπινη φύση, στην οποία επιδίδονται όσοι δεν μπορούν να τιθασεύσουν τα πάθη τους και οι ξένοι, οι οποίοι δεν εντάσσονται στην ελληνική κοινωνία, δεν ζουν σύμφωνα με τους θεσμούς της και δεν εξυπηρετούν το ιδεώδες της.


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

ShareThis