D1ment1a: Αν και δεν είναι του χώρου μας σκεφτήκαμε να μοιραστούμε κι εμείς την άποψη μας για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές - και τις επερχόμενες εντός λίγων μηνών βουλευτικές - διότι είναι μεγάλης σημασίας για την χώρα μας, σε περίπτωση που κάποιοι δεν το γνωρίζουν...Δεν θα σας πούμε τι να ψηφίσετε αλλά θα σας παρακαλέσουμε να πάτε όλοι...Γιατί στην τελική, ένα δικαίωμα μας έχει μείνει απαραβίαστο και είναι αυτό της ψήφου... Είναι ο μόνος νόμιμος τρόπος να κατευθύνουμε την μοίρα μας εκεί που εμείς θέλουμε...Και ας ψηφίσουμε για μια φορά...
...με την καρδιά και το μυαλό μας και όχι με την τσέπη και το ατομικό μας συμφέρον...Παρακάτω θα διαβάσετε ένα ευθυμογράφημα του Νίκου Τσιφόρου από την δεκαετία του '50 σχετικά με τις εκλογές και θα εκπλαγείτε από το πόσο επίκαιρο είναι ακόμα και σήμερα...Καλή χρονιά και καλό κουράγιο... ;)
"Είμαι Έλλην, το καυχώμαι, ξεύρω την καταγωγήν μου, χόρτασα κρεμμύδι και ψαρια παστά, έφαγα ψωμί πένθιμο, μαύρο και πιτυρούχο, σκαρφάλωσα τις βουνοκορφές με τον γυλιό και "πλήρην φόρτον" σαράντα οκάδες στη ράχη, με ύμνησαν το χτες και το σήμερα, αναστέναξα από τους εφόρους, έκανα περίπατο μέσα στο διχασμό, άκουσα τις σφαίρες των κινημάτων, είδα λογής λογής στρατιωτικές στολές να κάνουν παρέλαση μέσα στους μεγάλους μου δρόμους, διάβασα τα πυριφλεγή άρθρα των εφημερίδων, άκουσα πολιτικούς λόγους, έγινα δυο χωριά με τους φίλους μου στα καφενεία, διαμαρτυρήθηκα, καρπαζώθηκα, φοβέρισα, "ξέρεις ποιος είμαι εγώ ;", πούλησα και αγόρασα κονσέρβες στην Κατοχή, έβρισα τους καταχραστές και , μεταξύ μας, κομματάκι από ζήλια, ξεσκεπάστηκα με σεβασμό μπρός στην σημαία μου, ένιωσα ένα ρίγος στις νότες του Εθνικού μου Ύμνου, γκάριξα στο ποδόσφαιρο με τις εθνικές ξένες ομάδες, δε θέλω να με κουμαντάρουν οι άλλοι, κι αν πολιτευόμουνα προσωπικά, θα τα κατάφερνα καλύτερα από τον καθένα.
Τώρα πάω στην κάλπη. Δεν ξέρω ακόμα τι θα ψηφίσω, αλλά πάω στην κάλπη. Λέω μέσα μου ότι χρειάζεται κάτι δυνατό, κάτι ελληνικό, κάτι καινούριο. Σιγοσφυρίζω έναν σκοπό γεμάτο δικαιώματα και ελευθερίες, σιγοσφυρίζω έναν σκοπό γεμάτο δύναμη και σεβασμό για τούτο το κομμάτι γης, το χιλιοτυραννισμένο, που πάνω στα σκληρά βράχια του ακονιστήκανε όλες οι αιχμές από ξίφη των Περσών, των Ρωμαίων, των Τούρκων, των Γότθων, των Φράγκων, των Σλάβων... Και κάθε φορά σπάζαν τα ξίφη και ανάσαιναν οι βράχοι, περήφανοι, στητοί, ελληνικοί και μεγάλοι. Σιγοσφυρίζω έναν σκοπό για τούτα τα χώματα, τα ποτισμένα αίμα, ιδρώτα και μόχθο, τα χώματα που σκεπάζουν τους πατέρες μου, τη δόξα τους, τους μεγάλους αγώνες. Και λέω πιο κάτω : "Πρέπει. Πρέπει τούτη η χώρα να γίνει μεγάλη και ισχυρή.
Έχω μια ψήφο. Μία μονάχα μέσα στα εκατομμύρια. Δεν είμαι τίποτα, ένα ασήμαντο ποσοστό, ένας εκατομμυριοστός συντελεστής της λαϊκής δύναμης. Φτερό το βάρος μου, ατσάλι η θέληση μου. Θέλω την Ελλάδα, την μικρούλα και ιστορική, θέλω να την δω να ανασαίνει ελεύθερη, μόνη, χωρίς ελεημοσύνες, χωρίς στερήσεις, με την αξία της. Θέλω να έρθουν ψηλά, επικεφαλής, οι άνθρωποι που θα της κάνουνε δώρο μενταγιόν αυτά τα αγαθά. Θέλω να μην πεινάμε εμείς και τα παιδιά μας, να μην μας γελάνε οι ξένοι, να μας λογαριάζουν τα βορινά τσακάλια, θέλω δική μου την δική μου θάλασσα και δική μου την δική μου στεριά. Θέλω να λένε με σεβασμό " Έλληνας" στο πέρασμα μου, θέλω να 'ναι ψηλά η τιμή και σεβαστοί οι άρχοντες μου. Θέλω να μεγαλώσουνε τα παιδιά μου ελεύθερα να μάθουν , να σπουδάσουν, να γίνουν καλύτερα από μένα στο μυαλό, στην αξία, στη σκέψη. Δεν ξέρω τι θα ψηφίσω αλλά πάω στην κάλπη.
Κανέναν δεν κατηγόρησα. Σκεφτήκανε όλοι και πράξανε, ανάλογα με το μυαλό που 'χανε. Όμως εγώ λέω πως χρειάζονται καινούρια μυαλά, καινούριες σκέψεις, καινούρια πράγματα. Χρειάζεται καινούρια Ελλάδα, να μην φοβάσαι το νόμο, να μην φοβάσαι τον έφορο, να μην φοβάσαι τις δραχμές σου τις λιγοστές. Να 'ναι όλα φτωχά, μα τίμια , να μην χρωστάμε ευχαριστώ για το ψωμί, που το αξίζουμε, να μη φοβόμαστε για το αύριο που είναι δικό μας. Να γίνουμε όλοι καλοί κι η Ελλάδα καλύτερη. Εμείς θα πεθάνουμε, αυτή πρέπει να ζήσει...
Σκέφτομαι... Τώρα που πάω στην κάλπη..."
Νίκος Τσιφόρος εφ."Το Βήμα"
Νίκος Τσιφόρος
O Νίκος Τσιφόρος ένας από τους πιο εξαίρετους δημοσιογράφους, θεατρικούς συγγραφείς, σεναριογράφους αλλά και σκηνοθέτες, γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1912. Δυο χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Από τα έντεκά του χρόνια ο Νίκος Τσιφόρος άρχισε να ασχολείται μανιωδώς με το γράψιμο, ενώ την πρώτη του επιθεώρηση την έγραψε το 1928 για ένα θερινό θέατρο στη Φρεαττύδα. Η πρώτη του αυτή προσπάθεια απέτυχε αλλά ο Νίκος δεν απογοητεύτηκε. Αφού πήρε το πτυχίο της Νομικής, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη συνέχεια παραιτήθηκε για να μπαρκάρει στα καράβια. Ως το 1939 άλλαζε συνέχεια επάγγελμα, αλλά συνέχιζε να γράφει δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα έντυπα. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1944 όταν ο θίασος του Δημήτρη Χορν και της Μαίρης Αρώνη αποφάσισε να ανεβάσει στο θέατρο Ακροπόλ το θεατρικό έργο του Τσιφόρου «Η πινακοθήκη των ηλιθίων». Τέσσερα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1948-49 έκανε και την πρώτη του ταινία, η οποία προβλήθηκε με τον τίτλο «Τελευταία αποστολή», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του.
Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες (Φιλελεύθερος, Βήμα, Ελεύθερος Κόσμος) και περιοδικά (Τραστ, Ρομάντσο, Ταχυδρόμος, Πάνθεον), ενώ έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 80 σενάρια. Κάποια αυτά τα έγραψε μόνος του και άλλα σε συνεργασία, κυρίως με τον Πολύβιο Βασιλειάδη (με τον οποίο δημιούργησαν ένα από τα πιο σημαντικά δίδυμα θεατρικών συγγραφέων).
Ο Τσιφόρος πέθανε στις 6 Αυγούστου 1970.
...με την καρδιά και το μυαλό μας και όχι με την τσέπη και το ατομικό μας συμφέρον...Παρακάτω θα διαβάσετε ένα ευθυμογράφημα του Νίκου Τσιφόρου από την δεκαετία του '50 σχετικά με τις εκλογές και θα εκπλαγείτε από το πόσο επίκαιρο είναι ακόμα και σήμερα...Καλή χρονιά και καλό κουράγιο... ;)
"Είμαι Έλλην, το καυχώμαι, ξεύρω την καταγωγήν μου, χόρτασα κρεμμύδι και ψαρια παστά, έφαγα ψωμί πένθιμο, μαύρο και πιτυρούχο, σκαρφάλωσα τις βουνοκορφές με τον γυλιό και "πλήρην φόρτον" σαράντα οκάδες στη ράχη, με ύμνησαν το χτες και το σήμερα, αναστέναξα από τους εφόρους, έκανα περίπατο μέσα στο διχασμό, άκουσα τις σφαίρες των κινημάτων, είδα λογής λογής στρατιωτικές στολές να κάνουν παρέλαση μέσα στους μεγάλους μου δρόμους, διάβασα τα πυριφλεγή άρθρα των εφημερίδων, άκουσα πολιτικούς λόγους, έγινα δυο χωριά με τους φίλους μου στα καφενεία, διαμαρτυρήθηκα, καρπαζώθηκα, φοβέρισα, "ξέρεις ποιος είμαι εγώ ;", πούλησα και αγόρασα κονσέρβες στην Κατοχή, έβρισα τους καταχραστές και , μεταξύ μας, κομματάκι από ζήλια, ξεσκεπάστηκα με σεβασμό μπρός στην σημαία μου, ένιωσα ένα ρίγος στις νότες του Εθνικού μου Ύμνου, γκάριξα στο ποδόσφαιρο με τις εθνικές ξένες ομάδες, δε θέλω να με κουμαντάρουν οι άλλοι, κι αν πολιτευόμουνα προσωπικά, θα τα κατάφερνα καλύτερα από τον καθένα.
Τώρα πάω στην κάλπη. Δεν ξέρω ακόμα τι θα ψηφίσω, αλλά πάω στην κάλπη. Λέω μέσα μου ότι χρειάζεται κάτι δυνατό, κάτι ελληνικό, κάτι καινούριο. Σιγοσφυρίζω έναν σκοπό γεμάτο δικαιώματα και ελευθερίες, σιγοσφυρίζω έναν σκοπό γεμάτο δύναμη και σεβασμό για τούτο το κομμάτι γης, το χιλιοτυραννισμένο, που πάνω στα σκληρά βράχια του ακονιστήκανε όλες οι αιχμές από ξίφη των Περσών, των Ρωμαίων, των Τούρκων, των Γότθων, των Φράγκων, των Σλάβων... Και κάθε φορά σπάζαν τα ξίφη και ανάσαιναν οι βράχοι, περήφανοι, στητοί, ελληνικοί και μεγάλοι. Σιγοσφυρίζω έναν σκοπό για τούτα τα χώματα, τα ποτισμένα αίμα, ιδρώτα και μόχθο, τα χώματα που σκεπάζουν τους πατέρες μου, τη δόξα τους, τους μεγάλους αγώνες. Και λέω πιο κάτω : "Πρέπει. Πρέπει τούτη η χώρα να γίνει μεγάλη και ισχυρή.
Έχω μια ψήφο. Μία μονάχα μέσα στα εκατομμύρια. Δεν είμαι τίποτα, ένα ασήμαντο ποσοστό, ένας εκατομμυριοστός συντελεστής της λαϊκής δύναμης. Φτερό το βάρος μου, ατσάλι η θέληση μου. Θέλω την Ελλάδα, την μικρούλα και ιστορική, θέλω να την δω να ανασαίνει ελεύθερη, μόνη, χωρίς ελεημοσύνες, χωρίς στερήσεις, με την αξία της. Θέλω να έρθουν ψηλά, επικεφαλής, οι άνθρωποι που θα της κάνουνε δώρο μενταγιόν αυτά τα αγαθά. Θέλω να μην πεινάμε εμείς και τα παιδιά μας, να μην μας γελάνε οι ξένοι, να μας λογαριάζουν τα βορινά τσακάλια, θέλω δική μου την δική μου θάλασσα και δική μου την δική μου στεριά. Θέλω να λένε με σεβασμό " Έλληνας" στο πέρασμα μου, θέλω να 'ναι ψηλά η τιμή και σεβαστοί οι άρχοντες μου. Θέλω να μεγαλώσουνε τα παιδιά μου ελεύθερα να μάθουν , να σπουδάσουν, να γίνουν καλύτερα από μένα στο μυαλό, στην αξία, στη σκέψη. Δεν ξέρω τι θα ψηφίσω αλλά πάω στην κάλπη.
Κανέναν δεν κατηγόρησα. Σκεφτήκανε όλοι και πράξανε, ανάλογα με το μυαλό που 'χανε. Όμως εγώ λέω πως χρειάζονται καινούρια μυαλά, καινούριες σκέψεις, καινούρια πράγματα. Χρειάζεται καινούρια Ελλάδα, να μην φοβάσαι το νόμο, να μην φοβάσαι τον έφορο, να μην φοβάσαι τις δραχμές σου τις λιγοστές. Να 'ναι όλα φτωχά, μα τίμια , να μην χρωστάμε ευχαριστώ για το ψωμί, που το αξίζουμε, να μη φοβόμαστε για το αύριο που είναι δικό μας. Να γίνουμε όλοι καλοί κι η Ελλάδα καλύτερη. Εμείς θα πεθάνουμε, αυτή πρέπει να ζήσει...
Σκέφτομαι... Τώρα που πάω στην κάλπη..."
Νίκος Τσιφόρος εφ."Το Βήμα"
Νίκος Τσιφόρος
O Νίκος Τσιφόρος ένας από τους πιο εξαίρετους δημοσιογράφους, θεατρικούς συγγραφείς, σεναριογράφους αλλά και σκηνοθέτες, γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1912. Δυο χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Από τα έντεκά του χρόνια ο Νίκος Τσιφόρος άρχισε να ασχολείται μανιωδώς με το γράψιμο, ενώ την πρώτη του επιθεώρηση την έγραψε το 1928 για ένα θερινό θέατρο στη Φρεαττύδα. Η πρώτη του αυτή προσπάθεια απέτυχε αλλά ο Νίκος δεν απογοητεύτηκε. Αφού πήρε το πτυχίο της Νομικής, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη συνέχεια παραιτήθηκε για να μπαρκάρει στα καράβια. Ως το 1939 άλλαζε συνέχεια επάγγελμα, αλλά συνέχιζε να γράφει δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα έντυπα. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1944 όταν ο θίασος του Δημήτρη Χορν και της Μαίρης Αρώνη αποφάσισε να ανεβάσει στο θέατρο Ακροπόλ το θεατρικό έργο του Τσιφόρου «Η πινακοθήκη των ηλιθίων». Τέσσερα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1948-49 έκανε και την πρώτη του ταινία, η οποία προβλήθηκε με τον τίτλο «Τελευταία αποστολή», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του.
Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες (Φιλελεύθερος, Βήμα, Ελεύθερος Κόσμος) και περιοδικά (Τραστ, Ρομάντσο, Ταχυδρόμος, Πάνθεον), ενώ έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 80 σενάρια. Κάποια αυτά τα έγραψε μόνος του και άλλα σε συνεργασία, κυρίως με τον Πολύβιο Βασιλειάδη (με τον οποίο δημιούργησαν ένα από τα πιο σημαντικά δίδυμα θεατρικών συγγραφέων).
Ο Τσιφόρος πέθανε στις 6 Αυγούστου 1970.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου